Ἀριμασπῶν

Ἀριμασπῶν
Ἀριμασποί
one-eyed
masc gen pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • Λοξώ — Μυθολογικό πρόσωπο. Σύμφωνα με την παράδοση, ήταν κόρη του Boρέα και μαζί με τις αδελφές της μετέφερε τα δώρα των υπερβόρειων Αριμασπών προς τον Απόλλωνα και την Άρτεμη στη Δήλο. Το όνομά της προέρχεται πιθανότατα από τον Απόλλωνα Λοξία. * * *… …   Dictionary of Greek

  • στρατός — Σύνολο στρατιωτικών δυνάμεων, οργανωμένο και διατηρούμενο από ένα κράτος για τη διεξαγωγή του χερσαίου πόλεμου. Στο μακρινό παρελθόν οι σ. ήταν συχνά προσωρινοί και διαλύονταν όταν τελείωνε ο πόλεμος, ενώ σήμερα είναι μόνιμοι, υπάρχουν δηλαδή και …   Dictionary of Greek

  • Γρύπες — Μυθολογικός λαός. Το όνομά του προερχόταν από το μυθικό πουλί γρύπας (βλ. λ.). Οι Γ. κατοικούσαν βορειότερα από τους Σκύθες. Σύμφωνα με τον μύθο, ήταν οι φύλακες του χρυσού, τον οποίο προσπαθούσαν να προφυλάξουν από τις αρπακτικές βλέψεις των… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”